Η απόφαση της διοίκησης της ΕΚΤ να μειώσει το βασικό επιτόκιο του ευρώ από το 0,5% στο 0,25% αιφνιδίασε τους περισσότερους αναλυτές, που περίμεναν ότι αυτό θα συμβεί στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου. Για ακόμα μια φορά, όμως, ο πρόεδρος Μ. Ντράγκι επέδειξε ότι δεν ακολουθεί την προσεκτική στρατηγική του προκατόχου του, αλλά κινείται πολύ πιο αποφασιστικά όταν κρίνει ότι χρειάζεται.
Η απόφαση δεν άρεσε, βέβαια, καθόλου στη Γερμανία. Ο επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας ήταν, σύμφωνα με το Reuters, μεταξύ των 5-6 μελών της διοίκησης που διαφώνησαν. Κορυφαία στελέχη του γερμανικού τραπεζικού συστήματος έσπευσαν να επικρίνουν την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων πλήττει τους Γερμανούς αποταμιευτές, χωρίς να βελτιώνει την κατάσταση την περιφέρεια της Ευρωζώνης.
Μεγάλο πρόβλημα έχουν τα ασφαλιστικά ταμεία και τα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτύχουν ικανοποιητικές αποδόσεις. Αναγκάζονται έτσι κι επενδύουν σε περισσότερο επισφαλείς τοποθετήσεις, ενισχύοντας το επίπεδο κινδύνου στην οικονομία και τροφοδοτώντας τους φόβους για δημιουργία «φούσκας».
Οι επικριτές υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι δεν υπάρχουν καν σημαντικά οφέλη, καθώς τα επιτόκια είναι ήδη ιδιαίτερα χαμηλά και η περαιτέρω μείωση δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά. Όντως σημαντικότερο είναι το πρόβλημα πρόσβασης σε δανεισμό που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις (κυρίως οι μικρότερες) στον Νότο. Για τον λόγο αυτό στη Φραγκφούρτη επιχείρησαν στις αρχές του καλοκαιριού να ενισχύσουν την αγορά τιτλοποιημένων δανείων (ABS), ελπίζοντας ότι οι τράπεζες θα «ξεφορτωθούν» έτσι κάποια δάνεια, δημιουργώντας χώρο στα χαρτοφυλάκιά τους για νέα. Η προσέγγιση απέτυχε, όμως, παταγωδώς, ενδεχομένως επειδή προηγουμένως υπονομεύτηκε εκ των έσω.
Στις ευρωπαϊκές τράπεζες αυτό που κυριαρχεί αυτή την περίοδο είναι η προετοιμασία των χαρτοφυλακίων ενόψει των stress tests από την ΕΚΤ. Όσες έχουν ισχυρότερη κεφαλαιακή βάση σπεύδουν να επιστρέψουν τα τριετή δάνεια που έλαβαν τέλη του 2011 και αρχές του 2012 από την ΕΚΤ (LTRO's), για να φανούν ισχυρότερες. Περιορίζουν έτσι την υπερβάλλουσα ρευστότητα στη διατραπεζική αγορά, αυξάνοντας το κόστος χρήματος και άρα δυσχεραίνοντας τη θέση των ασθενέστερων τραπεζών. Αυτές βρίσκονται κατά κανόνα στην περιφέρεια και το τελευταίο που επιθυμούν είναι να αυξήσουν τις επισφαλείς χορηγήσεις.
Για να καθησυχάσει τις τράπεζες η διοίκηση της ΕΚΤ αποφάσισε προχθές να παραταθούν τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2015 οι τακτικές πράξεις χορήγησης ρευστότητας, με προκαθορισμένο επιτόκιο αντί για τις δημοπρασίες του παρελθόντος. Δεν έκανε όμως το πρόσθετο βήμα που ήλπιζαν οι αγορές, να εξαγγείλει νέα πολυετή δάνεια.
Στα τέλη του έτους, όταν συμπληρωθεί το δεύτερο από τα τρία χρόνια των LTRO's, η ΕΚΤ θα μπορούσε να χορηγήσει νέα πολυετή δάνεια, ενδεχομένως διετούς διάρκειας. Στη συνέντευξη Τύπου της Πέμπτης, όμως, ο πρόεδρος Μ. Ντράγκι υποβάθμισε την προοπτική αυτή, με αποτέλεσμα οι αναλυτές να θεωρούν τώρα πιθανότερη την αναβολή των νέων LTRO's για τα μέσα του 2014, με ενδεχομένως ακόμα μικρότερη διάρκεια. Η προοπτική αυτή προκάλεσε πιέσεις στις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών το απόγευμα της Πέμπτης.
Σημαντική ήταν και η υποχώρηση του ευρώ, που από το 1,38 δολ. βρέθηκε στο 1,33 δολ. μέσα σε δέκα ημέρες. Η εξασθένηση του νομίσματος ικανοποιεί τους Ευρωπαίους εξαγωγείς, αν και ακόμα κι έτσι, το κοινό νόμισμα παραμένει σε υψηλά όπου ελάχιστες φορές βρέθηκε την τελευταία διετία. Υπάρχουν, δηλαδή, σημαντικά περιθώρια υποχώρησης χωρίς να προκληθεί ανησυχία για εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις.
Αποπληθωρισμός
Ο τιμάριθμος δεν δείχνει σε καμία περίπτωση να αποτελεί ανησυχία. Η υποχώρηση, άλλωστε, στο 0,7% τον Οκτώβριο, ήταν από τους βασικούς λόγους που οδήγησαν στην απόφαση για τη μείωση του επιτοκίου της ΕΚΤ. Ο πρόεδρος Ντράγκι εμφανίστηκε καθησυχαστικός, υποστηρίζοντας ότι δεν βλέπει κίνδυνο γενικευμένων αποπληθωριστικών πιέσεων. Ο πληθωρισμός κινείται σε αρνητικό επίπεδο μόνο στην Ελλάδα μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης. Σε τέσσερα ακόμα, όμως, δεν υπερβαίνει το 0,5% και υποχωρεί με ταχύ ρυθμό. Όλως? τυχαίως πρόκειται για τα υπόλοιπα κράτη που έχουν λάβει δανειακή στήριξη (Ιρλανδία, Κύπρος, Πορτογαλία Ισπανία) έναντι υιοθέτησης πολιτικών αυστηρής λιτότητας και νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων.
Στον βαθμό που οι περιοριστικές πολιτικές συνεχιστούν, οι αποπληθωριστικές πιέσεις θα ενταθούν. Η μείωση των τιμών είναι άλλωστε στόχος των πολιτικών των Μνημονίων. Ο κίνδυνος είναι να προκύψει ένα «καθοδικό σπιράλ», μείωσης των τιμών, των εισοδημάτων και άρα της ζήτησης, που οδηγεί σε μεγαλύτερη μείωση των τιμών. Μια μακροχρόνια τέτοια πορεία μπορεί να «στοιχειώσει» μια οικονομία, όπως έδειξε το παράδειγμα της Ιαπωνίας τις προηγούμενες δεκαετίες. Στη Φραγκφούρτη, όμως, συνεχίζουν να μη φοβούνται αυτά τα? φαντάσματα.
Μηχανισμός Εκκαθάρισης
Όλες τις τράπεζες της Ευρωζώνης ζητά η ΕΚΤ να καλύπτει ο Μηχανισμός Εκκαθάρισης, θεωρώντας αναποτελεσματικά τα εθνικά συστήματα. Η νομική γνωμοδότηση υπηρεσιών της τράπεζας (δημοσιοποιήθηκε χθες) κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό, καθώς «ο συντονισμός μεταξύ των εθνικών συστημάτων δεν έχει αποδειχθεί επαρκής ώστε να επιτευχθούν έγκαιρες και οικονομικά αποτελεσματικές αποφάσεις εκκαθάρισης, ειδικότερα σε διασυνοριακές περιπτώσεις». Θέση που είναι εκ διαμέτρου αντίθετη εκείνης του Βερολίνου, που επιθυμεί ο Μηχανισμός να αφορά μόνο τις μεγάλες τράπεζες, υποστηρίζοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση απαιτείται αναθεώρηση των Συνθηκών.
Η διαμάχη αναμένεται να κορυφωθεί, καθώς θα αποκαλύπτεται το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών των ευρωπαϊκών τραπεζών, από τα stress tests που θα διεξάγει η ΕΚΤ τους επόμενους μήνες. Πρόσφατα το ΔΝΤ εκτιμούσε ότι μόνο σε Ισπανία και Ιταλία οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ζημίες 230 δισ. ευρώ τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ η S&P εμφανίζεται πιο αισιόδοξη, κάνοντας λόγο για κεφαλαιακή «τρύπα» 95 δισ. ευρώ για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Η ΕΚΤ προτείνει, επίσης, μέχρι να υπάρξει ένα Ταμείο που θα στηρίζει τον Μηχανισμό Εκκαθάρισης μέσω της φορολόγησης των τραπεζών, η χρηματοδότηση να εξασφαλιστεί από προσωρινή και δημοσιονομικά ουδέτερη στήριξη από τα κράτη-μέλη, ενδεχομένως «υπό τη μορφή μιας γραμμής πίστωσης προς το ταμείο εκκαθάρισης». Αναφέρει επίσης ότι η ίδια θα πρέπει να αναλάβει τα ηνία του Μηχανισμού, από τη στιγμή που θα αναλάβει πλήρως και τις εποπτικές αρμοδιότητες του κλάδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου